«Θεέ μου, πόσο μπλε ξοδεύεις για να μη σε βλέπουμε…»

Φωτοστάσεις, Φωτογραφικό λεύκωμα του Ελληνικού Ορειβατικού Συλλόγου Καβάλας

«Θεέ μου, πόσο μπλε ξοδεύεις για να μη σε βλέπουμε…»

Οδυσσέας Ελύτης

Από τη «Μαρία Νεφέλη»

Τούτοι οι στίχοι του μεγάλου μας ποιητή μας έρχονται στο μυαλό, καθώς ξεφυλλίζουμε το αξιόλογο λεύκωμα «Φωτoστάσεις», που εξέδωσε πρόσφατα η εκδοτική ομάδα του Ελληνικού Ορειβατικού Συλλόγου Καβάλας «Το Μέλι Των Γκρεμών» (σελ. 160). Η έξοχη σε ποιότητα και καλλιτεχνική ευαισθησία συγκεκριμένη εκδοτική προσπάθεια γίνεται στα πλαίσια συμπλήρωσης των είκοσι χρόνων δραστηριοτήτων του Συλλόγου.

Το λεύκωμα αναδεικνύει τον πλούτο του αρχειοθετημένου φωτογραφικού υλικού. Οι, με πολύ προσοχή και αγάπη, επιλεγμένες φωτογραφίες των μελών του συλλόγου, μας ταξιδεύουν σε κυριολεκτικά ονειρεμένα τοπία της φύσης. Το χρώμα του ουρανού, του γρανίτη, καθώς, η αίσθηση της σταθερότητας όσο και της επιβλητικότητας που αφήνουν τα βουνά, ακολουθεί τα ίχνη του χωροχρόνου.

Ακολουθεί τα χαλίκια της μνήμης, όπως τονίζει χαρακτηριστικά στον πρόλογό του ο συγγραφέας Βασίλης Κυριλλίδης (όντας ορειβάτης και ο ίδιος), του οποίου τα κείμενα, καθώς και δικές του φωτογραφίες, διανθίζουν με νοσταλγική γλαφυρότητα τη χαρά της ανακάλυψης. Μιας ανακάλυψης που αισθάνεται ο άνθρωπος όταν συλλέγει εμπειρίες και σημαντικά βιώματα, ικανά για να γεμίσουν, όχι μόνο μία, αλλά δέκα ζωές.

Η χαρά συναντιέται με τη μελαγχολία, γιατί το αποτέλεσμα της αποδεδειγμένης πλέον γνώσης μπορεί να κρατηθεί μόνο στις φωτογραφίες. Γιατί μόνο σε μια φωτογραφία ο χρόνος, ο χρόνος (ως αιωνιότητα και μνήμη) ακινητεί, υπάρχει και επιδρά καθοριστικά στην πορεία και το μέλλον μας.

Άλλωστε, αυτή καθαυτή η τέχνη και δεξιότητα της φωτογραφίας, ν’ αδράχνει / παγιώνει ανέπαφη τη στιγμή – που τόσο εύκολα ξεφεύγει, γλιστρά και χάνεται από τα δικά μας χέρια - είναι που την κάνει ακόμα πιο μυστηριακή κι απ’ την κινούμενη εικόνα.

Ίσως η πρώτη εικόνα (της φωτογραφίας) καταφέρνει όχι μόνο να συνοψίζει ασφαλώς τη χρονική αλληλουχία των βιωμάτων, αλλά και να εγείρει συναισθήματα ζεστασιάς, όπως το παλιό σου αγαπημένο ρούχο που κάποτε δεν ήθελες να αποχωριστείς από πάνω σου.

Κάποτε τα συναισθήματα τούτα γίνονται υπεροπτικά. Όπως τις στιγμές που σου συμβαίνει να κοιτάς από ψηλά τον κόσμο. Διότι ο ορειβάτης παινεύει τον εαυτό του, αφού είχε την πρόνοια και τη δύναμη να αφοσιωθεί σε έναν τέτοιου είδους στόχο. Και να καταφέρει να θέσει σε πέρας αυτό το εγχείρημα.

x059Τότε η χαρά της συγκεκριμένης στιγμής συναντιέται, από δρόμους πλάγιους –όχι από ευθεία οδό- έτσι όπως ατενίζεις τη μακρινή σκιά μιας κορυφής, τη σπάνια ομορφιά μιας λίμνης, το τραγούδι του βιαστικού ποταμού ή τα λαμπρά χρώματα μιας δύσης. Καμία σημασία δεν έχει αν τα μοιράζεσαι όλα αυτά τα πανάκριβα δώρα της φύσης μαζί με άλλους.

Εκείνο που έχει σημασία, και παραμένει ακέραιο, είναι ότι κατάφερες να βαδίσεις στα χνάρια της δικής σου αυτογνωσίας. Πιο σταθερά πια κι όσο κακοτράχαλο παραμένει το μονοπάτι του βουνού και της δικής σου προσωπικής πορείας στη ζωή. Στον κόσμο που σε φιλοξενεί και σε περιβάλλει, κυκλώνοντάς σε με αμφισημίες κάποιες φορές.

Οι «Φωτοστάσεις» κρύβουν μέσα στις σελίδες τους μια περιπλάνηση, ένα ταξίδι ατελείωτο, μαγευτικό. Ο αναγνώστης ταυτίζεται με την περιπλάνηση του ορειβάτη και εξερευνάει μαζί του τις πτυχές του κόσμου μας. Γιατί μέσα σ’ αυτές ανακαλύπτει τις πτυχές του πραγματικού του εαυτού.

Πολύ δε περισσότερο, όταν αρχίζει να συνομιλεί με τη φύση, ακούγοντας συνάμα ολοκάθαρα και τον εαυτό του. Αρμονικά, ήσυχα, Έτσι όπως παίρνεις μια βαθιά ανάσα καθαρού οξυγόνου, πίνοντας μια γουλιά νερό. Καθώς ρίχνεις μια ματιά στους πρόποδες, στα λιβάδια και στα σπίτια που ξεθωριάζουν απ’ την αχλή και την απόσταση.

Μέσα στις ενότητες του ξεχωριστού φωτογραφικού υλικού, ο κόσμος, το τοπίο, οι εποχές, η παρουσία, η εξερεύνηση, η συνομιλία, η κορυφή, μεταβάλλονται σε έναν γεωγραφικό χάρτη, απ’ όπου το ταξίδι προς ην Ιθάκη, αρχίζει:

«Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής, των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων…»

Νίκος Καββαδίας, Mal du parte

Στο βάθος, σαν αμετανόητοι ‘ιδανικοί κι ανάξιοι εραστές’ κι εμείς, ίσως και να μη θέλουμε να φτάσουμε στην Ιθάκη. Ίσως πάντα ο καθένας μας, ως άλλος ένας ορειβάτης της ζωής, να ελπίζει πως η επόμενη κορυφή απέχει ακόμα. Ίσως και να μη θέλει να φτάσει ποτέ στο τέρμα της διαδρομής, αφού καμιά Ιθάκη δεν είναι, εντέλει, αντάξια της περιπλάνησης, του ταξιδιού.

Ακολουθώντας τα χαλίκια που αφήνει στο διάβα του ο άνθρωπος, έτσι ώστε η μνήμη να βρει τον δρόμο της κάποια στιγμή, όλοι εμείς, δηλαδή, διεκδικούμε σαν μικρά πεισμωμένα παιδία, τη θέση μας στο συμπαντικό τοπίο. Ασχέτως αν υπήρξαμε θύματα ψευδαισθήσεων ή πιθανόν να μας πληγώνει το βάρος της επίγνωσης. Και η ίδια η ομορφιά πληγώνει συχνά. Το ταξίδι πάντα είναι αυτό που χαρίζει τη γνώση, τον προορισμό.

Εμείς, χαιρετίζουμε την έκδοση και δίνουμε θερμά συγχαρητήρια σε όλους τους συντελεστές του λευκώματος.

 

Χρυσούλα Βακιρτζή

Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

 

Πηγή: http://www.critique.gr/index.php?&page=article&id=525

 

x120